Παρουσίαση και ευλογία σε ιεροσπουδαστή της Αθωνιάδος Εκκλησιαστικής Ακαδημίας

Ὀνομάζομαι Λέων Γεώργιος, εἶμαι 22 ἐτῶν καί εἶμαι τελειόφοιτος τῆς Ἀθωνιάδος Ἐκκλησιαστικῆς Ἀκαδημίας Ἁγίου ῎Ορους. Θά ἤθελα νά σᾶς διηγηθῶ μέ φόβο Θεοῦ ἕνα θαυμαστό γεγονός, τό ὁποῖο μοῦ εἶχε συμβεῖ πρίν λίγο καιρό μέ τόν εὐλαβέστατο ὅσιο Νικηφόρο.
῞Ενα βράδυ, καθώς πήγαινα γιά τόν κανόνα μου, μέσα στήν ἐκκλησία τῆς Σχολῆς, τήν στιγμή πού προσκυνοῦσα, ἀντίκρυσα σ’ ἕνα στασίδι ἕναν Μοναχό, ὁ ὁποῖος προσευχόταν μέ ἕνα πολύ μεγάλο κομβοσχοίνι. Ἀφοῦ ἔκανα τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ, πῆγα κοντά του καί, βάζοντας μετάνοια, τοῦ εἶπα: «Εὐλογεῖτε, Πάτερ». Ἐκεῖνος μοῦ ἀπάντησε: «Ὁ Κύριος, παιδί μου». Τήν στιγμή ἐκείνη ἀνασηκώθηκε καί μ’ ἕνα γαλήνιο χαμόγελο μέ κοίταξε μέσα στά μάτια. Δέν μπορῶ νά ἐκφράσω τό τί παράξενα αἰσθήματα ἔνοιωθα μέσα μου. Ἄρχισα νά κάνω κάποιες ἐρωτήσεις στόν Γέροντα. Τόν ρώτησα: «Γέροντα, πῶς ὀνομάζεσθε;». Ἐκεῖνος μοῦ ἀπάντησε: «Ὀνομάζομαι Νικηφόρος, παιδί μου, καί εἶμαι στούς Ἁγίους Ἀναργύρους».
Ἔπειτα ἄρχισε νά μοῦ δίνη ἀπαντήσεις σέ κάποια πράγματα πού μέ ἀπασχολοῦσαν. ῎Ηξερε ἀκόμη καί τούς λογισμούς μου. Ἔμεινα ἔκπληκτος ἀπό αὐτά τά ὁποῖα μοῦ ἔλεγε. Ἀκόμη μέ συμβούλεψε νά λέω πάντα τήν εὐχή «Κύριε ᾽Ιησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με τόν ἁμαρτωλό», νά κάνω ὑπακοή στόν πνευματικό μου, νά ἀσκηθῶ στήν ταπείνωση καί στήν ὑπομονή.
Ἔπειτα τόν ρώτησα ἄν ἔχη εὐλογία νά πάω κάποια στιγμή νά τόν συναντήσω καί μοῦ εἶπε: «Ναί, παιδί μου, νά ἔρθης. Θά σε περιμένω μέ μεγάλη χαρά, νά μέ χαιρετήσης. Νά ξέρης πώς θά προσεύχωμαι πάντα γιά σένα».
Ἀφοῦ μέ εὐλόγησε στό κεφάλι, μοῦ εὐχήθηκε: «Ἡ Παναγία νά εἶναι μαζί σου. Καί μήν φοβᾶσαι, παιδί μου. Τούς πειρασμούς νά τούς ἀντιμετωπίζης μέ πίστη καί ὑπομονή καί ἐγώ θά εἶμαι δίπλα σου». Ἔβαλα μετάνοια, τόν εὐχαρίστησα μέ δάκρυα στά μάτια καί, ἀφοῦ μέ ἀγκάλιασε, μοῦ εἶπε: «Μήν κλαῖς, διότι θά εἶμαι πάντα δίπλα σου». Ἀποχώρησα ἀπό τήν ἐκκλησία πιστεύοντας πώς εἶναι κάποιος γνωστός τοῦ σχολάρχη μας. Μετά ἀπό μισή ὥρα, κάτι μέ τραβοῦσε νά μπῶ ξανά μέσα στήν ἐκκλησία. Μόλις μπῆκα, τό μόνο πού ὑπῆρχε ἦταν μιά πολύ ἔντονη εὐωδία. Δέν εἶπα σέ κανέναν τίποτε.
Μετά ἀπό λίγες ἡμέρες, κάποιος μοναχός μοῦ ἔκανε δῶρο ἕνα βιβλίο. Μόλις ἀντίκρυσα τήν φωτογραφία καί τό ὄνομα στό ἐξώφυλλο, ξέσπασα σε λυγμούς, διότι ὁ εἰκονιζόμενος ἦταν ὁ ὅσιος Νικηφόρος.
Εὐχαριστῶ τόν Θεό, πού μέ ἀξίωσε νά ἀντικρύσω αὐτόν τόν Ἅγιο. Ἀπό τότε τόν ἀγαπῶ καί τόν εὐλαβοῦμαι πάρα πολύ. Πολλές φορές νοιώθω ζωντανή τήν παρουσία του κοντά μου.

Γεώργιος Λέων
Ἱεροσπουδαστής

Scroll to Top