Λέγομαι Ε.Ν. καί νοιώθω τήν ὑποχρέωση νά γράψω λίγα λόγια γιά τόν ἅγιο Νικηφόρο τόν Λεπρό, περιγράφοντας ἔτσι τά θαύματα, πού ἔκανε σ’ ἐμένα.
Ἔμαθα γιά τόν ἅγιο Νικηφόρο ἀπό μιά καρδιακή μου φίλη, ὅταν περνοῦσα μιά δύσκολη περίοδο τῆς ζωῆς μου μέ πολύ ἄγχος καί πίεση. ῎Ημουν φοιτήτρια στό πτυχίο κι ἐκεῖνο τό διάστημα ἔγραφα τήν πτυχιακή μου ἐργασία (διπλωματική). Τό θέμα, πού μοῦ εἶχε ἀναθέσει ὁ καθηγητής μου, ἦταν ἰδιαίτερα δύσκολο γιά μένα. ῞Οταν διάβασα τό βιβλίο συγκινήθηκα ἰδιαίτερα καί, πράγματι, ἐπικαλέσθηκα ἀρκετές φορές τόν ἅγιο Νικηφόρο νά μέ βοηθήση.
Ὁ καιρός περνοῦσε καί ἡ πτυχιακή μου δέν εἶχε τελειωμό. Χρειαζόμουν κι ἄλλο χρόνο γιά νά τελειώσω καί ντρεπόμουν πολύ τόν καθηγητή μου, στόν ὁποῖο ἔνοιωθα ὅτι εἶχα ἐκτεθῆ, γιατί τοῦ εἶχα ζητήσει ἐπανειλημμένα κι ἄλλο χρόνο, μέ ἀποτέλεσμα νά μήν ἔχω πλέον τό θάρρος νά ζητήσω καί ἄλλη παράταση.
Παρεκάλεσα τόν ἅγιο Νικηφόρο νά μέ βοηθήση. Μάλιστα, κάποια στιγμή πού ἔκλαιγα γοερά καί τοῦ ζητοῦσα νά μέ βοηθήση, καθώς κρατοῦσα τό βιβλίο μου στά χέρια μου καί κοίταζα τήν εἰκόνα του, μοῦ φάνηκε ὅτι ζωντάνευε ἡ ἐνδυμασία τοῦ Ἁγίου.
Τήν ἑπομένη ἡμέρα τό πρωΐ μοῦ τηλεφώνησε ὁ καθηγητής, γιά νά μοῦ πῆ ὅτι, γιά κάποιον λόγο, μποροῦσα νά πάρω ἄλλες τέσσερεις ἡμέρες παράταση καί νά μήν βιάζωμαι. Ἡ χαρά μου ἦταν ἀπερίγραπτη. ῞Οσο περνοῦσε ὁ καιρός, ὅμως, εἶχα διάφορους λογισμούς, ὅτι δηλαδή μπορεῖ καί νά μήν ἦταν ἀπό τόν Ἅγιο καί ἁπλῶς νά ἔτυχε…
Σέ ὅλο αὐτό τό διάστημα, ἡ φίλη μου, πού μοῦ εἶχε δανείσει τό βιβλίο, μοῦ ἔλεγε νά γράψω λίγα λόγια γιά τήν μεσολάβηση τοῦ Ἁγίου, ἀλλά ἐγώ τό ἀπέφευγα καί δέν τό θεωροῦσα ἀπαραίτητο. Σκεπτόμουν, μάλιστα, πώς ἄν ἦταν ἁπλῶς θέμα τύχης, θά παραπλανοῦσα τόν κόσμο, ἄν ἔγραφα τό ὁ,τιδήποτε.
Πέρασαν μῆνες μέχρι πού, μιά μέρα (ἐνῶ ἀντιμετώπιζα κάποια σοβαρά προβλήματα), ἡ ἴδια φίλη μέ παρώτρυνε καί πάλι νά ἐπικαλεσθῶ τόν ἅγιο Νικηφόρο καί, συνάμα, νά γράψω λίγα λόγια γιά τήν βοήθεια, πού μοῦ εἶχε προσφέρει τότε μέ τήν πτυχιακή. Κι ἐνῶ ἔλεγα ὅτι θά γράψω, μοῦ μπῆκαν διάφοροι λογισμοί καί σχεδόν ἀμφέβαλα γιά τήν ἁγιότητά του…
Τήν ἴδια μέρα, ὅταν ἐπέστρεψα στό σπίτι, μέ ἔπιασε ἕνας φοβερός πόνος, πού δέν εἶχα ξανανοιώσει. Νόμιζα ὅτι εἶχα κάτι σοβαρό καί φοβήθηκα πολύ…
Θυμήθηκα τήν φίλη μου, πού μοῦ εἶχε πεῖ νά ἐπικαλοῦμαι τόν ἅγιο Νικηφόρο κι ἀμέσως ἦρθαν στό μυαλό μου οἱ σκέψεις, πού εἶχα κάνει λίγο πρίν γιά τόν Ἅγιο. Ντράπηκα καί μετάνοιωσα τόσο, πού ἀμφέβαλα ἔστω καί γιά λίγο γιά τήν ἁγιωσύνη του. Ἔνοιωσα ἀμέσως τήν ἀνάγκη νά τοῦ ζητήσω συγγνώμη. Τόν παρεκάλεσα νά μεσιτεύση νά γίνω καλά καί ὑποσχέθηκα στόν ἑαυτό μου πώς, μόλις νοιώσω καλύτερα, θά γράψω γι’ αὐτόν.
Πρίν προλάβω νά τελειώσω τά λόγια μου ὁ πόνος ὑποχώρησε! Μπορῶ νά πῶ μέ σιγουριά πώς ὁ πόνος διήρκησε τόσο, ὅσο χρειάστηκε νά καταλάβω καί νά μετανοήσω γιά τούς λογισμούς μου.
Ε.Ν. 9/5/08